Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2019

Δέσ (ε) με.



Κάθε φορά που θα έπιανα να γράψω θα υπήρχε κάποιος λόγος. Μια ανάγκη δική μου, κάτι που συνέβη γύρω, μια έμπνευση απ’ το πουθενά, ένα όνειρο ή μια δυνατή στιγμή χαλάρωσης σε συνδυασμό με την ηρεμία του χώρου και της βροχής. Όταν οι λέξεις γέμιζαν στο κεφάλι μου ήθελα να γεμίζουν και τις σειρές του τετραδίου μου κι έπειτα της οθόνης του υπολογιστή μου. Αφορμή σ' αυτό ήταν ένα σαρδάμ που έκανα. Το διαβάζεις στον τίτλο.
Είναι ωραίο να παίζεις με τις λέξεις. Από το λάθος «μίας» λέξης συνδυάζεις δυο διαφορετικές οπτικές. Στην προκειμένη περίπτωση το δέσε με και το δες με. Επίτηδες γράφτηκαν με αυτή την σειρά.
Που όμως θα σταθούν; Σε κάποια περασμένη σχέση φυσικά. Οποιαδήποτε.
Στην αρχή όλα είναι όμορφα αγωνιώδη. Κρύβουν έναν ενθουσιασμό που ανεβάζει την ένταση μας στα πάντα. Στις κινήσεις, στον τόνο της φωνής μας, στις αντιδράσεις, στα συναισθήματα.  Μέρα με την μέρα βεβαιωνόμαστε πως μας αρέσει και πως το θέλουμε αυτό που έχουμε δίπλα μας κι έτσι βαδίζουμε κοντά του.. Έπειτα αφήνουμε τον χρόνο να κυλάει μέχρι να φτάσει η στιγμή που θα καθίσουμε στην θέση των ερωτευμένων. Εκεί είναι πιο καλά. Γελάει το πρόσωπο σου, ανοίγει η ψυχή σου, διασκεδάζει η καρδιά σου. Έχεις πλέον ερωτευτεί ένα ζευγάρι μάτια, ένα ζευγάρι χέρια, ένα χαμόγελο, φουσκωτές κι αδύνατες κοιλίτσες, μυρωδιές, φωνές και συνήθειες. Φτάνεις στο σημείο να νιώθεις πως έχεις κλείσει σαν άνθρωπος κι είσαι εντάξει μ’ αυτό. Προσπαθείς και φέρεσαι σ’ αυτό που τόσο αγαπάς λες κι είναι ένα πορσελάνινο βάζο της μαμάς που ποτέ δεν πρέπει να «πέσει» και να πάθει το παραμικρό. Τρέμεις σε κάθε σκέψη να το χάσεις και πανικοβάλλεσαι στο κάθε τι κακό που μπορεί να σας συμβεί. Είσαι εκεί κι όταν πλημμυρίζεις και πλημμυρίζεσαι από αγάπη νιώθεις το πόσο δεν θες να φύγεις και του φωνάζεις «δέσε με» για πάντα εδώ.
Όμως πολλές φορές τα πράγματα δεν προχωράνε με βάση τα θέλω μας και τα ευτυχισμένα σενάρια που κάνουμε στο μυαλό μας προτού πέσουμε για  ύπνο. Τα συναισθήματα, οι άνθρωποι, κι οι καταστάσεις αλλάζουν ή και «χαλάνε». Χάνεται αυτή η βεβαιότητα που είχες στην αρχή κι όλα παίρνουν έναν διαφορετικό ρόλο. Αυτά που είχατε να σας ενώνουν κάποτε ξεχνιούνται σ’ αυτά που πλέον σας χωρίζουν. Τα όμορφα – γεμάτα συναισθήματα σκεπάζονται και κουκουλώνονται  σε ένα σημείο της καρδιάς σας που πλέον δεν περνάτε από κει. Οι συνήθειες αποφεύγονται ή και κόβονται. Ο άνθρωπός που καθόταν δίπλα σου απλά λείπει. Εκείνος που σου έμαθε τι είναι να αγαπάς, τώρα σου δείχνει τι είναι να μην σε αγαπάνε. Πονάς, κλαις , ξεφυσάς και παρακαλείς να μην σκέφτεσαι. Εύχεσαι σε στιγμές αδυναμίας και θυμού να βιώσει κάποτε αυτό που σε έκανε να περάσεις. Κλείνεσαι στο σπίτι με τον βούρκο σου ως που δεν το αντέχεις άλλο πια.  Κοιτάς φωτογραφίες για να συνειδητοποιήσεις ότι πλέον σου κάνουν κακό. Ξεχνάς στο αθόρυβο το κινητό γιατί ξέρεις ότι δεν έχεις να περιμένεις κάτι. Βγαίνεις με δυο φίλους, το υπέρ αναλύεις ξανά και ξανά μέχρι να μην έχεις κάτι άλλο να πεις. Συνεχίζεις την καθημερινότητα σου απορρίπτοντας συνήθειες και συναισθήματα που ανήκουν πλέον στον παρελθόν. Πολεμάς κάθε στιγμή που πάει να σου την φέρει και να σε τουμπάρει ξανά. Σταματάς  να εύχεσαι να πονέσει όσο εσύ γιατί εξαιτίας κάποιου δικού του πόνου σου φέρθηκε έτσι. Παίρνεις μια μεγάλη ανάσα κι αποφασίζεις να σβήσεις ότι υπήρχε και να δεις το τώρα. Φέρνεις στην επιφάνεια ξανά εσένα. Σου δίνεις χρόνο και προσοχή. Κοιτάς τι πραγματικά έχεις δίπλα σου και επενδύεις μονάχα σ’ αυτά, προχωρώντας κι αλλάζοντας για το καλό σου κι επειδή το θες εσύ. Φροντίζεις να περνάς όμορφα και να γελάς. Σε διαμορφώνεις ξανά απ' την αρχή.  Κι εκεί που κάποτε φώναζες σε κάποιους «δέσε με».. τώρα ψιθυρίζεις στον εαυτό σου ένα απλό.. «δες με» μπορώ.